Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Προορισμοί...

Παρίσι.
Η πόλη του φωτός.
Αχ πόσο θα θελα να πάω,
με σένα συντροφιά.
Να με κοιτάς στα μάτια,
να μου κρατάς το χέρι.
Να περπατάμε στους μουντούς δρόμους
και να τους χρωματίζει η αγάπη μας
σαν το ουράνιο τόξο του ουρανού...


Βενετία.
Ρομαντισμός
μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι.
Αγκαλιά σε μια γόνδολα
να ταξιδεύουμε
στο αστείρευτο ποτάμι της ζωής.
Μαζί.




Και ύστερα τι; 
και ύστερα πού; 




Δε με νοιάζει πια 
Αρκεί να σε χω δίπλα μου
Αρκεί να ζεις από τη ζωή μου
Να αναπνέεις τον αέρα μου
Να ανατέλλεις την αυγή της ψυχής μου...


Τι να τα κάνω τα πλούσια ταξίδια
σε μέρη πλημμυρισμένα από κόσμο ξένο


Οι καταλληλότεροι προορισμοί
για μένα τελικά 
είναι εκείνοι στο σώμα σου
στις σκέψεις σου
στην ψυχή
και την καρδιά σου...

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Πότε;


Πότε άραγε θα κρατήσω εσένα στην αγκαλιά μου 
πότε θα ξαπλώσω με τη μορφή σου πλάι μου. 

Δεν πρόκειται να κοιμηθώ. 
Ο ύπνος θα ναι εχθρός μου τη νύχτα εκείνη. 
Γιατί θα φοβάμαι 
πως το ξύπνημα του θα σε διώξει μακρυά, 
θα φύγεις σαν τα όνειρα 
που με επισκέπτονται τις νύχτες. 

Πότε θα ξαγρυπνίσω 
κοιτάζοντας σε να κοιμάσαι 
Μαζί μου. 
Πότε άραγε θα βγει ο ήλιος 
και θα μας βρει δεμένους. 
Πότε θα ανοίξω τα μάτια μου 
και θα σου πω γλυκά καλημέρα. 

Πότε θα σταματήσεις να λείπεις 
από τα βράδια μου και τα πρωινά μου...; 

Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Μαζί σου για λίγο...

Ξημέρωσες ήλιε μου, 
το πιο όμορφο πρωινό. 
Έφερες στην αγκαλιά μου 
άσβηστους πόθους. 


Μάζεψες καλοκαίρι μου θαρρώ, 
όλη σου τη μαγεία. 
Σε λίγες ώρες, 
που πέρασαν αλλά ακόμη ζουν, 
στο μυαλό, στις αισθήσεις. 


Κάθε φορά που έρχεσαι, 
έτσι είναι. 
Κάθε φορά που βρίσκομαι κοντά σου. 
Σε κάθε συνάντηση 
που μοιάζει σαν την πρώτη, 
κάθε συναίσθημα φαντάζει πρωτόγνωρο, 
κάθε σκέψη καινούρια, 
κάθε στιγμή αξέχαστη. 


Δεν έχουν νόημα τόσο τα λόγια, 
αλλά η φωνή σου... 


Τα τεράστια μάτια σου να με κοιτούν. 
Ανάμεικτα, πολλά  θέλω. 
Χαμόγελα ζωντάνιας, πονηριάς. 
Και συγκρατημένος χαρακτήρας. 


Το άρωμα σου μόνο 
άτακτο με κυκλώνει, με παραλύει. 
Παρακούει τη θέληση σου 
και με δένει, 
με τραβάει κοντά σου. 


Όπως ο καπνός 
που βγαίνει απ το στόμα σου. 
Μυρίζει απροσδόκητα όμορφα, 
με μαγνητίζει. 
Φταίει που ένα μέρος του 
απαρτίζεται από την ανάσα σου. 
Πόσο αδύναμο το τσιγάρο εκείνο, 
μπλέκεται στα δάχτυλα σου ανάμεσα. 
Και σιγά σιγά χάνεται... 
Γεμίζοντας τον αέρα γύρω μου 
με απροσδιορίστου σχήματος συννεφάκια. 


Το σβήνεις, 
ανάβεις άλλο. 
Και συνεχίζεις να μιλάς. 


Χανόμαι στη φωνή σου. 
Γίνομαι ένα με τη χροιά σου, 
τα λόγια σου. 
Τα μαντεύω πριν καλά καλά τα ακούσω. 
Και σε συμπληρώνω... 


Με κοιτάς εξεταστικά, 
κάνω πως δεν το προσέχω. 
Φοβάμαι το βλέμμα σου 
Φοβάμαι το δικό μου βλέμμα
όταν σε αντιμετωπίζει
δεν ξέρω τι διαβάσεις μέσα του.


Οι ώρες περνούν τόσο γρήγορα
μαζί σου
Έχασα το χρόνο
και τα τηλέφωνα άρχισαν να χτυπούν
άλλοι να με αναζητούν...
Και συ δίπλα μου
μακάρι να μπορούσες για πάντα να μείνεις...


Πήραμε το δρόμο του γυρισμού
Έπρεπε, 
δεν ήθελα, δεν ήθελες
Αν και σιχάθηκες τη βοή της Αθήνας
ήθελες να μείνεις μαζί μου


Έφευγες
Μου πρότινες να έρθω
Μαζί σου
Ήξερες όμως ενδόμυχα πως δεν μπορώ
και δεν περίμενες απάντηση
Με φίλησες στα δυο μου μάγουλα
σφίγγοντάς με παράλληλα για λίγα δευτερόλεπτα πάνω σου
Και έφυγες


Θα περιμένω να ξανάρθεις...
Θα ρθω κι εγώ...

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

Μ' αρέσει να σε κάνω να γελάς!

Μ' αρέσει να σε κάνω να γελάς
Το γέλιο σου, η πιο όμορφη μελωδία
Και γω η συνθέτρια, η πιο ευτυχισμένη
που σ' ακούω.

Είναι η φωνή σου το πιο απαλό αγέρι
που χαϊδεύει ερωτικά τα αυτιά μου
και το γέλιο σου εκείνο, γάργαρη πηγή
που ξεδιψά τη μοναξιά μου.

Μ' αρέσει να σε κάνω να γελάς
Είναι αυγή το γέλιο σου
στις σκοτεινές στιγμές μου
Είναι ουράνιο τόξο 
στων σκέψεων, τις γκρίζες φυλακές μου

Είναι θάλασσα απέραντη, γαλάζια
που με αγκαλιάζει ηδονικά όταν μιλάμε
Είναι ο σκοπός μου στη ζωή
κάθε φορά που οι καταστάσεις σε πονάνε.

Μ' αρέσει να σε κάνω να γελάς. 
Νιώθω την καρδιά μου να ανθίζει σαν λουλούδι, 
καθώς  ποτίζεται από το νερό της χαράς σου 
και απ τον ήλιο του χαμόγελού σου. 

Νιώθω πως βγάζει η ψυχή μου φτερά 
και πετά κοντά σου. 
Κάθεται στα μάτια σου μπροστά 
και συ τα ανοίγεις διάπλατα 
να δει τα μυστικά σου.

Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Σε γνώρισα

Περπατούσα ώρες μέσα στο πλήθος.
Μόνη, κουρασμένη από την καθημερινότητα.
Περνούσα από δρόμους άγνωστους.
Πλημμυρισμένους από ξένα πρόσωπα,
αδιάφορα βλέμματα.


Κατέβασα το κεφάλι και σκεφτόμουν.
Πού να σαι.
Γιατί δεν είσαι εδώ, μαζί μου.
Και τα μάτια μου βούρκωσαν.


Σήκωσα το κεφάλι ψηλά.
Έβαλα φίμωτρο στις σκέψεις μου
και συνέχισα να προχωρώ.
Δεν ήθελα να χαθώ στην αδυναμία
που με γέμιζε η απόστασή μας.


Και ξάφνου τα μάτια μου αντίκρισαν
κάτι γνωστό στον ορίζοντα.
Το οπτικό μου πεδίο γέμισε
απ' την αύρα σου
και οι αισθήσεις μου έτρεχαν να σε βρουν.
Έφτασαν κοντά σου και σ' αγκάλιασαν.
Σε γέμισαν νοητά χάδια
γεμάτα υποσχέσεις πραγματικού πόθου.


Και τότε είδα τα μάτια σου.
Σε κοίταξα χωρίς να βλεφαρίσω
ούτε μια στιγμή.
Σε κοίταξα βαθιά μέσα στα σοκολατένια μάτια σου,
που πράσινο στεφάνι αγκάλιαζε τις άκρες.


Χάθηκα μέσα τους.
Σε γνώρισα.
Είδα τον εαυτό σου
πίσω απ τον εγωισμό,
κάτω από τις ανασφάλειες
μακρυά από τα προστατευτικά ψέμματα.


Σε γνώρισα και δεν μπορώ να φύγω από κοντά σου.
Δεν μπορώ να σε αφήσω.
Δε θέλω, δε θέλεις.

Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Κάποιοι φεύγουν

Υπάρχουν άνθρωποι στη ζωή μας που έρχονται και φεύγουν ξαφνικά, αφήνοντας τα χνάρια τους για εμάς να ακολουθήσουμε, ή πάλι, μην αφήνοντας τίποτα...
Φεύγουν τόσο ξαφνικά όσο ήρθαν...
Πολλοί τα έχουν πει αυτά, είτε με διαφορετικά λόγια, είτε με τα ίδια που εγώ χρησιμοποιώ. Το αποτέλεσμα όμως παραμένει το ίδιο. Ένα κενό στον τοίχο της καρδιάς, μια απώλεια φανερή από τον καθένα που νοιάζεται πραγματικά...
Κάποιος κάποτε μου είπε πως δένομαι πολύ γρήγορα με τους ανθρώπους, πρέπει να ομολογήσω λοιπόν πως είχε απόλυτο δίκιο. Δένομαι πολύ και ύστερα πληγώνομαι όταν εκείνοι φεύγουν. Μου αρέσει να βλέπω τα θετικά σους άλλους και όχι τα αρνητικά. Να ωραιοποιώ καθετί γύρω μου για να μπορέσω να δεθώ μαζί του και να το βάλω στη ζωή μου. Είτε αξίζει είτε όχι.
Σπάνια κάνω λάθη για τους ανθρώπους. Κατάλαβαίνω τις περισσότερες φορές από την αρχή με τι έχω να κάνω -αυτό βέβαια υποσυνείδητα γιατί όπως προείπα ωραιοποιώ τα πάντα- και από κει και έπειτα παίρνω τις προφυλάξεις μου.
Τι μπορώ να κάνω όμως όταν παρά τη δική μου θέληση κάποιοι φεύγουν;
Είτε γιατί κάτι τους πλήγωσε, είτε γιατί αποφασίζουν πως πρέπει να ξεκινήσουν κάτι καινούριο στη ζωή τους... ΦΕΥΓΟΥΝ...
Και μένουν μετά άνθρωποι σαν εμένα που δένονται τόσο γρήγορα όταν βρουν κάποιον που να τους "μοιάζει", μόνοι... ή με κενά... λείπει ένα φίλος...
Αντίο σε σένα! Ώρα σου καλή όπου κι αν πας σε ότι κι αν κάνεις...

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Εξομολόγησή σου...

"Έχει τόση ζέστη αυτό το βράδυ
μα πιο πολύ η καρδιά μου καίγεται από αγάπη
δεν στο λέω γιατί αν το μάθεις
σα λέαινα θα πέσεις και θα την κατασπαράξεις
Οι άντρες πρέπει να δείχνουμε δυνατοί
γιατί η ζωή είναι σκληρή
θηλυκό είναι κι αυτή
ό,τι δυνατό και αινιγματικό
θα έχει πάντα γένος θηλυκό
Εγώ δεν το κρύβω όμως, σ' αγαπώ
τι να την κάνω την καρδιά
αφού είναι σαν τον ξέμπαρκο ναυαγό
τώρα που σε νιώθει μακρυά"


X.

Διάβαζα και δεν μπορούσα να συγκρατίσω τα δάκρυά μου
δάκρυα συγκίνησης και πόνου μαζί
γιατί μου λείπεις κι εμένα τόσο πολύ τα ζεστά αυτά βράδυα

Κάλιστα θα τα έκανα ακόμη πιο ζεστά αν ήμουν μαζί σου, 
χωμένη στην αγκαλιά σου
να δέχομαι με ευχαρίστηση εκείνα τα χάδια σου...

Πόσο θα θελα να 'μαι μαζί σου...

ΥΓ. Σε κείνον αξίζουν όλα τα σχόλια, 
δικές του οι λέξεις, δικές του οι σκέψεις,
δική του κι εγώ τυχερή.

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Έζησα

Με ξύπνησαν τα φύλλα της βροχής
που έλιωσαν πέφτοντας στο ζεστό μου πρόσωπο.
Με δρόσισαν τα φιλιά του αέρα
που έμπαινε απροκάλυπτα από την ανοιχτή πόρτα.
Με ζέσταναν τα χάδια του ήλιου
που έστειλε τις αχτίδες του και κάθησαν στο λαιμό μου.

Και έζησα

Άνοιξα τα χέρια μου
και αγκάλιασα τον απέραντο ουρανό.
Ανέπνευσα το φως της ημέρας
τη μυρωδιά του φρεσκονοτισμένου χώματος.
Έντυσα τη μελαγχολία μου με μπλε τριαντάφυλλα.

Και έζησα

Έπλεξα με τα σύννεφα φτερά
έκλεισα τα μάτια και πέταξα.
Έγινα άνεμος να ταξιδεύουν μέσα μου τα όνειρα
και ξωτικό της νύχτας
για να μπορέσω να τα πραγματοποιήσω
με τη βοήθεια των αστεριών

Και έζησα
Βρήκα δύναμη μέσα μου
της οποίας την ύπαρξη δε γνώριζα
Έζησα
Για να νιώσω ξανά και ξανά
όσα μου χαρίζει η ζωή

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

κενό

Δε μαυρίζει η πίκρα και η θλίψη την καρδιά μου
Δεν τη ζωντανεύει κάνοντας το αίμα να τρέξει πιο γρήγορα, η αγάπη 
Δε θεριεύει μέσα μου η επιθυμία 
... για τίποτα

Οι αισθήσεις μου ατρόφησαν,
έπεσαν σε λήθαργο.
Με κάλυψαν σκιές συναισθημάτων
κρύβουν κάθε πηγή φωτός, κάθε ελπίδα.
Χτυπώ,
μα ο πόνος δε φτάνει από το σώμα στη ψυχή
Γεμίζει μώλωπες ο δρόμος
σημάδια που αδιάφορα κοιτά και προσπερνά ο χρόνος

Κενά μαύρα στίγματα στο λευκό μου δέρμα
που αποζητά ένα χάδι, μια αγκαλιά τρυφερή
Για να νιώσει ξανά
Η απόσταση γκρέμισε μέσα μου τα πάντα
κι όμως προσπάθησα τόσο να τη μηδενίσω
να χτίσω από πέτρα ό,τι έπεσε
για να μη βρεθώ ξανά άστεγη σε τούτο το κενό

Μάταιες οι προσπάθειες
ακόμη προχωρώ σε δρόμους έρημους
...μόνη

Μάταιοι οι στίχοι
όταν από τα μάτια σου μπροστά
δε φτάνουν να περάσουν

Σάββατο 5 Ιουνίου 2010

ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΟΥΝ...

Δύο μάτια γερασμένα, 
που στεφανώνουν το ρυτιδιασμένο της πρόσωπο. 
Δύο χείλη λεπτά, 
τώρα πια γραμμές απ' την προηγούμενη 
φεγγαροσχηματισμένη σάρκα. 


Τι μπορούν να πουν... 


Πόσα είδαν, πόσα πέρασαν. 
Πολέμους, καταστροφές, νεκρούς. 
Και ύστερα.... πολιτισμός! 
Ένα εργοστάσιο, δουλειά σκληρή, 
όχι σμιλεμένη για γυναικεία χέρια. 
Αργότερα οικογένεια, 
ανάθρεψη παιδιών, σπίτι, γονείς... 


Και σάλτσα ζωής... 
Μπόλικη σάλτσα να γεμίσει 80 χρόνια 
και να αφήσει κενό για αρκετά ακόμη... 


Τα χείλη είναι κουρασμένα, 
ανήμπορα να κουνήσουν. 
Κρεμασμένα από τις πίκρες που γνώρισαν. 
Τα μάτια διστακτικά. 
Ανοιγοκλείνουν αργά, επεξεργάζονται. 
Βλέπουν μπροστά τους εικόνες από τα παλιά, ιστορίες, 
ασήμαντες για τότε λεπτομέρειες. 


Και εκείνη τη στιγμή λάμπουν. 
Σπίθες πετούν. 
Ζωντανεύουν και παιχνιδιάρικα αρχίζουν και μιλούν. 


Τι να πουν; 


τι να πρωτοπούν ρώτα καλύτερα... 

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Πάνω από τα σύννεφα

Θέλω να ακούσω  την καρδιά σου να χτυπάει με τη δική μου
Τα κορμία μας να γίνουν ένα,
σε πάλη όπου σπαθιά θα 'ναι τα χέρια μου
και ασπίδα ο κορμός σου.

Καταιγίδα το βλέμμα σου
να ξεσηκώνει κάθε αίσθηση
να ξεριζώνει κάθε ανασφάλεια.

Φωτιά η ανάσα σου να πυρπολεί κάθε πτυχή μου
Οι σκέψεις σου αγρίμια που ξεχύνονται σε κυνήγι
έχοντας θήραμα τα αθώα όνειρά μου

Τα φιλιά σου ωκεανοί που θα με πνίγουν
και η αγκαλιά σου η μοναδική μου σωτηρία

Σύννεφα γύρω μου μοναδικό τοπίο
βαμμένα κόκκινα απ' το δικό μας πάθος

Πάνω από καθετί μικρό,
πάνω από καθετί ανθρώπινο

Δίπλα στο μισοφέγγαρο της νύχτας

Εκεί θα ξαποσταίνει η αγάπη μας